Αγιασματάριο(ν)

Αγιασματάριο(ν)
Αγιασματάριο(ν) το
1) служебник священника, содержащий самые часто применяемые священнодействия в практике богослужения. Издается небольшим форматом для удобства в использовании, см. Ευχολόγιο

Η εκκλησία λεξικό (Церковный словарь Назаренко). 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "Αγιασματάριο(ν)" в других словарях:

  • αγιασματάριο — Το δοχείο που περιέχει αγιασμένο νερό. Επίσης η κόγχη στην είσοδο των καθολικών ναών, όπου βρίσκεται o αγιασμός και η αγιαστούρα. Α. λέγεται επίσης και μικρή πηγή νερού που θεωρείται ιερό και το παρεκκλήσι που μπορεί να υπάρχει εκεί …   Dictionary of Greek

  • Αγιασματάριο — το λειτουργικό βιβλίο της ορθόδοξης Εκκλησίας που περιέχει την ακολουθία του αγιασμού κι άλλες ευχές …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Αγιασματάριο ή Μικρό Ευχολόγιο — Λειτουργικό βιβλίο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, επιτομή του Μεγάλου Ευχολογίου. Το χρησιμοποιούν οι ορθόδοξοι ιερείς όταν τους καλούν στα σπίτια τους οι πιστοί για να τελέσουν τον μικρό αγιασμό ή άλλη παρακλητική ακολουθία. Τα παλαιότερα Α. ήταν… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»